Η εμπιστοσύνη των πολιτών στη Δικαιοσύνη κλονίζεται ιδίως όταν αυτή βραδυπορεί ή όταν τίθεται εν αμφιβόλω η ανεξαρτησία της. Αν φθάσει δε να κλονιστεί σοβαρά η εμπιστοσύνη αυτή, τότε κινδυνεύει ακόμη και η ίδια η κοινωνική ειρήνη. Ας δούμε, όμως, πώς έχει η κατάσταση στη χώρα μας:
Κατ’ αρχάς, πανθομολογούμενο είναι το σοβαρό πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε με τις καθυστερήσεις στην έκδοση των δικαστικών αποφάσεων. Μολονότι ο αριθμός των δικαστών μας είναι αναλογικά υψηλότερος από τον μ.ό. της ΕΕ και ένα μεγάλο μέρος άξιων δικαστικών λειτουργών εργάζεται σκληρά (και υπό συνθήκες αντίξοες), εξακολουθούμε να παρουσιάζουμε σοβαρή υστέρηση στο πεδίο αυτό (λ.χ. κατά μ.ό. απαιτούνται 1.400 ημέρες για την έκδοση τελεσίδικης απόφασης). Το πρόβλημα φαίνεται να ανάγεται προεχόντως στην ανορθολογική κατανομή των δικαστών στους διάφορους βαθμούς (το ποσοστό των δικαστών που υπηρετεί στον πρώτο βαθμό είναι χαμηλότερο στην Ελλάδα σε σχέση με τον μ.ό. της ΕΕ), ενώ ανισοβαρείς κατανομές δικαστικού έργου παρατηρούνται ακόμη και εντός του ιδίου δικαστηρίου (βλ. Πρωτοδικείο Αθηνών). Μία ορθολογικότερη κατανομή του δικαστικού έργου θα συνέβαλλε σημαντικά στην ταχύτερη εκδίκαση των υποθέσεων. Επίσης, τον ίδιο σκοπό μπορούν να υπηρετήσουν η επιτάχυνση των έργων ψηφιοποίησης, η αύξηση του αριθμού των δικαστικών υπαλλήλων, η περαιτέρω ενίσχυση εξωδικαστικών μηχανισμών επίλυσης διαφορών (όπως η διαμεσολάβηση), καθώς και η επιβολή των πραγματικών δικαστικών δαπανών σε βάρος του διαδίκου που με μία αβάσιμη αγωγή του απασχόλησε το δικαστικό σύστημα και προκάλεσε, έτσι, σπατάλη δημοσίων πόρων.
Και έρχομαι τώρα στο δεύτερο μεγάλο ζήτημα, που υποσκάπτει την εμπιστοσύνη των πολιτών: ήτοι τη διάχυτη αίσθηση ατιμωρησίας ή βραδυπορίας που επικρατεί σε σχέση με σοβαρές υποθέσεις δημοσίου ενδιαφέροντος, οι οποίες δίνουν και τον τόνο στη δημόσια σφαίρα. Ιδίως κατά τα τελευταία έτη, διάφορες εξελίξεις σε τέτοιες υποθέσεις προβληματίζουν και δυσαρεστούν εντόνως –και ευλόγως– την κοινή γνώμη: ποινικές απαλλαγές λόγω παραγραφής αδικημάτων σε δίκες με πολυετή διάρκεια, αιφνίδιες αφαιρέσεις δικογραφιών από εισαγγελείς με άνωθεν δικαστική εντολή, μη κλήση κρίσιμων προσώπων ενώπιον εισαγγελικών αρχών, δημόσιες παρεμβάσεις υπουργών επί εκκρεμών υποθέσεων, κ.ά. Συχνά δε, δημιουργείται η εντύπωση ότι μέσω διαφόρων πολιτικών παρεμβάσεων επιχειρείται η υπονόμευση της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης και της αρχής της διακρίσεως των εξουσιών. Εξ ορισμού ύποπτη εν προκειμένω, και δικαίως, είναι η κυβερνητική εξουσία, που μπορεί ενίοτε να επιδιώκει να εξασφαλίσει όρους απόλυτης κυριαρχίας.
Προκειμένου να μην εγείρονται εύκολα υποψίες περί φαβοριτισμού υπέρ της εκάστοτε κυβερνητικής πλειοψηφίας, θα πρέπει να επανεξετασθεί ιδίως ο τρόπος επιλογής των ανωτάτων δικαστών (άρθ. 90 § 5 Συντ.) – ζήτημα που έχει αναδειχθεί και στις Εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Κράτος Δικαίου στην Ελλάδα. Εγκρατείς συνάδελφοι έχουν καταθέσει στον δημόσιο διάλογο ενδιαφέρουσες προτάσεις για τη βελτίωση της διαδικασίας επιλογής των ανωτάτων δικαστών. Στο πλαίσιο ενδεχόμενης συνταγματικής αναθεώρησης, οι προτάσεις αυτές θα πρέπει να συζητηθούν σοβαρά. Δίχως αμφιβολία, οι επιλογές των προσώπων θα έχουν εν τέλει πολιτική χροιά (όπως συμβαίνει, εξάλλου, σε πολλές χώρες στον κόσμο), ωστόσο θα πρέπει να τεθούν οι αποτελεσματικότερες δυνατές δικλίδες ασφαλείας, με συμμετοχή δε και των ιδίων των δικαστών σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας επιλογής.
Τέλος, για λόγους κυρίως ισότιμης μεταχείρισης των πολιτών, αντικείμενο αναθεώρησης θα πρέπει να αποτελέσει και το καθεστώς ποινικής ευθύνης των υπουργών (άρθ. 86 Συντ.). Η εξέταση της σχετικής ποινικής ευθύνης θα μπορούσε να ανατεθεί κατ’ αρχήν στην κοινή ποινική δικαιοσύνη, με τη Βουλή να διατηρεί μόνον την αρμοδιότητα για την παροχή της άδειας δίωξης και την παράλληλη πρόβλεψη αυξημένων δικονομικών-διαδικαστικών εγγυήσεων (τόσο σε προανακριτικό ή ανακριτικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο εκδίκασης, όπου αρμόδιο δικαστήριο θα μπορούσε να είναι το Εφετείο Αθηνών, σε ειδική σύνθεση· ενδεικτ. Σολεϊντάκης, εν: Σπυρόπουλο/Κοντιάδη/Ανθόπουλο/Γεραπετρίτη, Σύνταγμα – Κατ’άρθρο ερμηνεία, άρθ. 86). Είναι μεν βάσιμοι οι λόγοι κατοχύρωσης αυξημένων δικονομικών εγγυήσεων υπέρ των υπουργών (κίνδυνος ποινικοποίησης της πολιτικής ζωής, κ.λπ.), αλλά οι εγγυήσεις αυτές θα πρέπει να περιορίζονται στο εύλογο και αναγκαίο μέτρο.
Εν κατακλείδι, η αποκατάσταση της δημόσιας εμπιστοσύνης στη Δικαιοσύνη είναι ίσως περισσότερο επιβεβλημένη από ποτέ στη χώρα μας. Η Δικαιοσύνη είναι η ύψιστη λειτουργία σε κάθε δικαιοκρατούμενη πολιτεία. Ένα αποτελεσματικό και πλήρως ανεξάρτητο σύστημα απονομής Δικαιοσύνης είναι καθοριστικό για την κοινωνική ειρήνη και την καλλιέργεια αμοιβαίας εμπιστοσύνης στην κοινωνία, καθώς και για μία βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη.
[Δημοσιεύτηκε στο Βήμα της Κυριακής 31.3.24]