«…H πανoυργία της Λογικής θεωρείται ότι ευθύνεται για το φαινόμενο εκείνων των ηγετών που εφαρμόζουν εν τέλει μία πολιτική που έρχεται σε αντίθεση με τις πραγματικές επιθυμίες και τις διακηρυγμένες προθέσεις τους. Ένας εντυπωσιακός αριθμός σημαντικών πολιτικών αποφάσεων στην εποχή μας μπορούν να περιγραφούν ως αποφάσεις ηγετών που πρόδωσαν τους εκλογείς τους αλλά και το προσωπικό τους πολιτικό παρελθόν. Έτσι, έχουμε τον de Gaulle που εγκατέλειψε το Αλγέρι, τον Nixon που ταξίδεψε στην Κίνα, τον de Klerk που τερμάτισε το απαρτχάιντ, τον Begin που αποσύρθηκε από τη χερσόνησο του Σινά, και άλλους. Αυτοί οι ηγέτες πέρασαν μέσα από διαδικασίες μετάλλαξης, οι οποίες τους έκαναν να συμβιβαστούν με τους άφευκτους περιορισμούς και τις απαιτήσεις της πραγματικότητας. Με εγελιανούς όρους, τέτοιοι ηγέτες, ενεργώντας αντίθετα προς τους αρχικούς σκοπούς τους, χρησιμοποιήθηκαν από τη Λογική σαν ένα εργαλείο για να εφαρμόσουν την αντίθετη πολιτική από εκείνην που πρέσβευαν.
Εδώ αναπτύσσεται μία διαλεκτική μεταξύ επιθυμίας και ικανότητας, στο πλαίσιο της οποίας ο ηγέτης που θέλει να προχωρήσει σε μία συγκεκριμένη δραματική αλλαγή συχνά δεν είναι ικανός πολιτικά να το πράξει, ενώ ο αντίπαλος ηγέτης, που πολιτεύεται με την πρόθεση να εμποδίσει την αλλαγή –και εκλέγεται τελικά για να το πράξει–, είναι εκείνος που θα καταλήξει να φέρει σε πέρας την αλλαγή, αν αναγκαστεί προς τούτο από την πραγματικότητα. Συνεπώς, δεν είναι οι προθέσεις, οι επιθυμίες ή οι ευχές των πολιτικών ηγετών που μετρούν, αλλά μάλλον οι ικανότητες και η δύναμή τους. Και η ειρωνεία της τύχης είναι ότι ο ηγέτης που σθεναρά και αξιόπιστα αντιτίθεται σε μία συγκεκριμένη πολιτική συχνά διαθέτει τα μεγαλύτερα περιθώρια ελιγμών για να την υλοποιήσει, μόλις η πραγματικότητα τον φέρει αντιμέτωπο με την επιτακτική αναγκαιότητα της πολιτικής αυτής: η στήριξη εκείνων που τάσσονται ούτως ή άλλως υπέρ της πολιτικής αυτής είναι εξασφαλισμένη, ενώ η πίστη των υποστηρικτών του ηγέτη θα συγκεντρώσει πολλούς και από αυτούς γύρω από την προσπάθεια – εφόσον εκείνος διαθέτει το ανάλογο πολιτικό ανάστημα».
Το παρατιθέμενο απόσπασμα προέρχεται από την εξαιρετική μελέτη με τίτλο «The Invisible Hand and the Cunning of Reason» (περ. Social Research 64/1997, σελ. 181-198) της μεγάλης πολιτικής φιλοσόφου Edna Ullmann-Margalit (1946-2010). Στη μελέτη αυτή η συγγραφέας αναλύει, μεταξύ άλλων, την εγελιανή έννοια της πανούργου σοφίας της Λογικής [List der Vernunft, cunning of reason· Hegel, Philosophie der Weltgeschichte (1930), τόμ. I] και τη διαλεκτική ένταση που σοβεί ανάμεσα στην (αρχική) πρόθεση ενός δρώντος υποκειμένου και το (τελικό) αποτέλεσμα της συμπεριφοράς του – μία ένταση που παρατηρείται κατ’ εξοχήν στον χώρο της πολιτικής. Με άλλες λέξεις, η υποκειμενική ελευθερία του ατόμου μπορεί μεν να εμφανίζεται αρχικά αδέσμευτη από την αντικειμενική αναγκαιότητα που επιβάλλει η Λογική, ή ακόμη και να συγκρούεται μ’ αυτήν, εν τέλει ωστόσο στην πραγματικότητα οι δυό τους συχνά συμπορεύονται, υπό την επίδραση ακριβώς της πανουργίας της Λογικής. Ως άλλη θεία πρόνοια, η τελευταία οδηγεί σε πράξεις ή αποφάσεις ηγετών που υπηρετούν τελικά την κοινωνική πρόοδο.
Ένας πολιτικός όμως, για να μετατραπεί σε τέτοιον ηγέτη, θα πρέπει πρώτα (α) να δει την πραγματικότητα και να αναγνωρίσει την κρισιμότητα των στιγμών, εν συνεχεία (β) να ακολουθήσει τους δυσδιάκριτους ψιθύρους της πανούργου εγελιανής Λογικής και εν τέλει (γ) να επιτύχει να κρατήσει στο πλευρό του το μεγαλύτερο τμήμα των αρχικών του υποστηρικτών (που ήταν αντίθετοι στην αλλαγή) – όρος απολύτως κρίσιμος για την επιτυχία του ιστορικού εγχειρήματος.
*Δημοσιεύθηκε στο Βήμα Online – Γνώμες, 15.7.2015.