Πολύ συχνά τον τελευταίο καιρό ακούμε στη χώρα μας ότι «το πολιτικό θερμόμετρο έχει πλέον σπάσει», προφανώς λόγω των υψηλών θερμοκρασιών που έχουν αναπτυχθεί στην πολιτική αλλά και την κοινωνία. Τι σημαίνει όμως πραγματικά η φράση αυτή;
Όταν ήμασταν παιδιά, όλοι σχεδόν σπάσαμε κάποια στιγμή ένα θερμόμετρο και θυμούμαστε τους γονείς μας να μαζεύουν προσεκτικά με ένα χαρτάκι όλες αυτές τις μικρές σταγόνες υδραργύρου σε όλο και μεγαλύτερες και τελικά σε μία ενιαία, μεγάλη σταγόνα, από την οποία δεν έλειπε κανένα σταγονίδιο από τον υδράργυρο του θερμομέτρου. Ήταν στ’ αλήθεια μία μαγική εικόνα. Ένα ρευστό υγρό μαζευόταν γρήγορα σε μία ενιαία μάζα, με την απόσταση από τη διάσπαση στη συνένωση να φαντάζει εν τέλει πολύ μικρή. Και τούτο οφειλόταν στις ισχυρές συνεκτικές δυνάμεις του υδραργύρου.
Οι διάφορες πολιτικές κινήσεις που έχουν εκδηλωθεί τον τελευταίο καιρό στη χώρα μας, από τον χώρο της κεντροαριστεράς μέχρι τη φιλελεύθερη κεντροδεξιά, εκτός αλλά και εντός κομματικών τειχών, εκφραζόμενες ακόμη και από μεμονωμένα πολιτικά πρόσωπα, μοιάζουν πράγματι με τις διεσπαρμένες σταγόνες υδραργύρου ενός σπασμένου θερμομέτρου. Η μία στέκει σε διακριτική απόσταση από την άλλη, οι συνεκτικές δυνάμεις είναι προς το παρόν ασθενείς, η δυσπιστία στην προσέγγιση κυριαρχεί. Και πολλοί εύλογα αναρωτιούνται πώς και πού μπορεί να βρεθεί εκείνο το μαεστρικό χέρι των παιδικών μας χρόνων, για να μαζέψει όλες αυτές τις επιμέρους σταγόνες και να τις ενώσει σε ένα ενιαίο πολιτικό σύνολο, προτού ο υδράργυρος εξατμιστεί.
Έχω την εντύπωση ότι ο «μαέστρος» δεν είναι εδώ κάποιο πρόσωπο· δεν είναι δηλαδή το πρόσωπο το ζητούμενο. Η συνεκτική δύναμη πρέπει να αναζητηθεί σε ένα στοιχείο υπερβατικό, σε ένα κοινό ηθικο-πολιτικό πρόταγμα, ικανό να ενώσει τις διάσπαρτες δυνάμεις υπό μία ενιαία σκέπη. Και το πρόταγμα αυτό ακούει ίσως στο όνομα της «κοινότητας αξιών». Και εξηγούμαι:
Με την κοινότητα αξιών δεν εννοώ επ’ ουδενί ότι συναθροίζονται τα «ηθικά» στοιχεία της κοινωνίας, οι αναμάρτητοι, οι «δυνάμεις του καλού», για να δώσουν τη μάχη ενάντια στις «δυνάμεις του κακού», να τις νικήσουν και να ανακτήσουν έτσι τον απολεσθέντα παράδεισο του Μίλτον… Η πολιτική μετανεωτερικότητα έχει, ευτυχώς, απομυθοποιήσει όλες αυτές τις θεωρήσεις. Πέραν αυτού, οι ηθικολογίες έχουν ήδη βλάψει πολύ τη χώρα· ο Έλληνας λησμόνησε ίσως τον σοφό λόγο του Ευαγγελιστή: ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω. Διότι όλοι λίγο-πολύ σε μία κοινωνία κουβαλάμε κάποια κρίματα, κάποια αμαρτήματα, τελεσθέντα είτε με συγκεκριμένες ενέργειες είτε –το κυριότερο ίσως– διά παραλείψεως. Το ζητούμενο δεν είναι να βάλουμε κάτω το ηθικόμετρο και αναλόγως να ανοιγοκλείνουμε το «τρύπημα της ραφίδος», αποφασίζοντας έτσι ποιος θα διέλθει τη βασιλεία των ουρανών και ποιος όχι. Το ζητούμενο είναι να αναδειχθούν οι άξιοι, οι ικανοί, αυτοί που έχουν ιδέες και, το πρακτικώς σπουδαιότερο, που ξέρουν πώς να τις υλοποιήσουν.
Με την κοινότητα αξιών εννοώ ότι, πέρα από τις προαναφερθείσες ιδιότητες, η βασική συνεκτική δύναμη εντοπίζεται στην κατηγορηματική απόρριψη των διεφθαρμένων πολιτικών πρακτικών του χθες, πρωτίστως της πελατειακής αντίληψης για την πολιτική. Εδώ πλέον μιλάμε για μία πηγαία διάθεση προσφοράς στα κοινά, χωρίς ιδιοτέλειες και κρυφές επιδιώξεις. Κοινή συνισταμένη πρέπει να είναι η προσπάθεια για έξοδο της χώρας από το τριττό τέλμα στο οποίο έχει περιέλθει: το πολιτικό, το ηθικό και το πολιτισμικό· μοναδικός γνώμονας συμμετοχής στα κοινά η υπηρέτηση του συλλογικού συμφέροντος. Ας κάνουμε ειρήνη μεταξύ μας έστω και για ένα μεταβατικό χρονικό διάστημα, μέχρις ότου ξανασταθεί ο τόπος στα πόδια του και εγκαθιδρυθεί ένας σοβαρός κρατικός μηχανισμός, που θα περιορίζει τα φαινόμενα διαφθοράς σε επίπεδα ανεκτά για μία χώρα του δυτικού κόσμου.
Με την κοινότητα αξιών εννοώ, συναφώς, και την πίστη στην ιδέα της ενωμένης Ευρώπης και κυρίως την πίστη στη θέση ότι η Ελλάδα ανήκει και πρέπει να εξακολουθήσει να ανήκει στην ευρωπαϊκή οικογένεια, για λόγους στρατηγικής επιβίωσης, πολιτισμικής συγγένειας και ευημερίας των επομένων γενεών.
Τέλος, με την κοινότητα αξιών εννοώ αυτό που πάνω απ’ όλα ίσως λείπει εδώ και χρόνια από τη χώρα μας: μία εδραιωμένη πεποίθηση ότι, για να μπορέσει να προοδεύσει πραγματικά μία κοινωνία, πρέπει να αποτελεί μία επικράτεια του νόμου, δηλαδή μία δημοκρατική πολιτεία όπου τηρούνται και γίνονται σεβαστοί από όλους οι νόμοι και οι επιμέρους κανόνες, από το Σύνταγμα μέχρι και την τελευταία, φαινομενικά ασήμαντη, νομοθετική διάταξη. Και τούτο, ανεξάρτητα από το αν κάποιοι διαφωνούν με το ουσιαστικό περιεχόμενο των κανόνων (κάτι που είναι απολύτως θεμιτό και αναγκαίο σε μία δημοκρατία)· διότι το σημαντικό είναι να αναγνωρίζουν την πηγή νομιμοποίησης των κανόνων, σεβόμενοι εν τέλει τους όρους του δημοκρατικού και ιδίως του κοινοβουλευτικού παιγνίου.
Η χώρα θα μπορέσει να ορθοποδήσει μόνο αν συμφωνήσουμε όλοι, πολίτες και πολιτικοί, σε κάποιους θεμελιώδεις κοινούς τόπους, αναγόμενους κυρίως στη σφαίρα της πολιτικής ηθικής. Εδώ που έχουν φτάσει πλέον τα πράγματα, πρέπει να παραμερίσουμε προσωρινά τις διαφωνίες μας στα επιμέρους, να ανακτήσουμε όλοι την πολιτική μας ψυχραιμία και να δώσουμε βάρος στις κοινές αξίες που πρέπει να συνδέουν μία πολιτική, εθνική κοινότητα με παρελθόν, παρόν και, ελπίζω, μέλλον.
*Δημοσιεύθηκε στα Νέα της 5.2.2014, σ. 6.