Ποιο είναι εκείνο το σημείο που κατά την αντιμετώπιση της πανδημίας έχει προκαλέσει, μέχρι στιγμής, τις σοβαρότερες κοινωνικές και πολιτικές εντάσεις; Νομίζω ότι είναι πλέον ευδιάκριτο: η αίσθηση, δικαιολογημένη ή μη, ότι σε κάποιες περιπτώσεις, κατά την επιβολή των περιοριστικών ή άλλων μέτρων, δεν τηρήθηκε ίσο μέτρο μεταχείρισης διαφόρων κατηγοριών πολιτών ή δραστηριοτήτων. Γνώριμη η επωδός: «γιατί εκείνοι μπορούν να πράττουν το Χ και εμείς όχι το Υ, τη στιγμή που πρόκειται για παρόμοιες δραστηριότητες;»
Συγκεκριμένα, στο επίκεντρο της συζήτησης βρέθηκαν βασικά συνταγματικά δικαιώματα ή ελευθερίες, όπως η θρησκευτική ελευθερία, η ελευθερία συνάθροισης και η ελευθερία κίνησης. Πολίτες, λ.χ., που ήθελαν να εκκλησιαστούν και πολίτες που ήθελαν να διαδηλώσουν συχνά διασταύρωσαν τα ξίφη τους: «γιατί εκείνοι να διαδηλώνουν ελεύθερα, ενώ εμείς δεν μπορούμε να πάμε στην εκκλησία;» – και το αντίστροφο ασφαλώς. Το ίδιο, λ.χ., τελευταία και με την υποχρέωση διενέργειας τακτικών αυτοδιαγνωστικών τεστ από τους ανεμβολίαστους: «αφού και ένα τμήμα των εμβολιασμένων μπορεί να κολλήσει τον ιό και να τον μεταδώσει, γιατί να μην υποχρεώνονται και εκείνοι σε αντίστοιχα τεστ;» Σε τέτοιες –και άλλες συναφείς– περιπτώσεις κυριάρχησαν μεταξύ των πολιτών αισθήματα αδικίας, πικρίας ή και οργής· θεωρήθηκε ότι κατά την αντιμετώπιση όμοιων ή παρόμοιων καταστάσεων δεν τηρήθηκε από την πολιτεία ίσο μέτρο κρίσεως ή, έστω, δεν δικαιολογήθηκε επαρκώς ο λόγος διαφοροποίησης. Υπενθυμίζεται δε εδώ ότι ισότιμη μεταχείριση δεν σημαίνει μόνον όμοια μεταχείριση ουσιωδώς όμοιων περιπτώσεων, αλλά και ανόμοια μεταχείριση ουσιωδώς ανόμοιων περιπτώσεων.
Έχει τονισθεί επανειλημμένα, και ορθώς, ότι η διαχείριση της πανδημίας, παγκοσμίως και όχι μόνον στη χώρα μας, δεν είναι εύκολη υπόθεση – προφανώς, η παραδοχή αυτή δεν εξαλείφει υπαρκτές κυβερνητικές ευθύνες. Η δυσκολία του πράγματος έγκειται, προπάντων, στο γεγονός ότι τα επιδημιολογικά δεδομένα και οι συστάσεις της ιατρικής κοινότητας μεταβάλλονται συχνά, ενώ οι αντοχές οικονομίας και κοινωνίας (κυρίως σε ψυχολογικό επίπεδο) δοκιμάζονται διαρκώς. Και πάλι όμως, έστω και στο δύσκολο αυτό πλαίσιο, φαίνεται ότι κυρίαρχο στοιχείο που μπορεί να πείσει τους πολίτες και να διαφυλάξει την κοινωνική ειρήνη είναι η τήρηση της αρχής της ίσης μεταχείρισης κατά τον σχεδιασμό και την επιβολή των εκάστοτε περιοριστικών ή άλλων μέτρων για την καταπολέμηση της πανδημίας. Δεν είναι τόσο η περίφημη αρχή της αναλογικότητας –με το συχνά εύπλαστο περιεχόμενό της– που έχει εδώ πρωτεύοντα ρόλο, όπως ίσως ευρέως πιστεύεται. Αλλά η τήρηση ίσου μέτρου μεταχείρισης, η απαίτηση ίσης θυσίας από τους πολίτες. Η τήρηση αυτής της επιταγής δεν παρίσταται μόνον ικανή να στηρίξει τη συνταγματικότητα ενός μέτρου, αλλά και υπηρετεί φανερά την αρχή της δικαιοσύνης, διαφυλάσσοντας την κοινωνική ειρήνη. Έχει μεγάλη σημασία, δηλαδή, καί όσοι επιθυμούν να εκκλησιαστούν καί όσοι επιθυμούν να διαδηλώσουν να έχουν την αίσθηση (που να ανταποκρίνεται στα πράγματα) ότι θυσιάζουν εξίσου την ελευθερία ή το δικαίωμα που τους ενδιαφέρει ή ότι, αντιθέτως, γίνεται μεταξύ τους δικαιολογημένη διαφοροποίηση με βάση εύλογα, πειστικά και διαφανή κριτήρια. Εν γένει, εξάλλου, είναι σημαντικό στη ζωή να αισθάνεσαι ότι οι άλλοι ή το κράτος σού φέρονται δίκαια· τότε ανταποδίδεις και εσύ, εκπληρώνοντας τις υποχρεώσεις σου έναντι των άλλων ή του κράτους. Συναφώς δε, μπορείς να αντέξεις ορισμένες θυσίες για το καλό της ολότητας, αρκεί να μη νιώθεις ότι αδικείσαι.
Βεβαίως, η απαίτηση ίσης θυσίας εν καιρώ πανδημίας δεν περιορίζεται μόνον στα περιοριστικά μέτρα. Αφορά, επίσης, στην ίση-δίκαιη κατανομή και των οικονομικών βαρών που προέκυψαν μέσα στην τελευταία διετία. Αυτό σημαίνει κυρίως τη μεταφορά πόρων από όσους επλήγησαν λιγότερο ή και καθόλου από την πανδημική κρίση (όπως λ.χ. κατ’ εξοχήν οι δημόσιοι υπάλληλοι) προς εκείνους τους συμπολίτες μας που επλήγησαν περισσότερο. Οι τελευταίοι κλήθηκαν να σηκώσουν ένα δυσανάλογα μεγαλύτερο βάρος εξαιτίας των επιβληθέντων μέτρων και, συνεπώς, στη δημοσιονομική κατανομή της επόμενης ημέρας θα πρέπει να έχουν μεγαλύτερο μέρισμα. Το μέρισμα αυτό, όμως, από κάπου θα πρέπει να μεταφερθεί-αφαιρεθεί, δεδομένου ότι η χώρα μας παραμένει κατάχρεη.
Τα παραπάνω κρίσιμα ζητήματα, που απασχόλησαν και απασχολούν ακόμη και ένα σωρό άλλες χώρες, επιλύονται κατά βάσιν με κεντρικές πολιτικές αποφάσεις, οι οποίες μόνον σε ακραίες περιπτώσεις μπορούν να ελεγχθούν δικαστικά. Εκείνο, ωστόσο, το κρίσιμο στοιχείο που προκύπτει από τη μέχρις στιγμής διαχείριση της πανδημικής κρίσης είναι ακριβώς η ανάγκη τήρησης ίσου μέτρου θυσίας για όλους τους πολίτες, με την έννοια της ίσης συνεισφοράς όλων στους περιορισμούς, αλλά και τα οικονομικά βάρη της πανδημικής κρίσης – ανάλογα, ασφαλώς, με τις δυνάμεις του καθενός (βλ. και άρ. 4 Συντ.).
Με το βλέμμα στο 2022
Αυτός είναι ο δρόμος και για τη διαχείριση της πανδημικής κρίσης κατά το νέο έτος. Το ίσο μέτρο πείθει και νομιμοποιεί, και έτσι διασφαλίζει την κοινωνική ειρήνη. Όταν οι πολίτες γνωρίζουν ότι υπόκεινται σε ίσο μέτρο θυσίας και δεν είναι θύματα μιας αδικαιολόγητης δυσμενούς διακριτικής μεταχείρισης, εμφανίζονται περισσότερο διατεθειμένοι να τηρήσουν τα εκάστοτε επιβαλλόμενα μέτρα. Το ίσο μέτρο θυσίας, δε, αποτελεί επιταγή δικαιοσύνης. Ανακλά τη θεμελιώδη υποχρέωση μιας φιλελεύθερης, δίκαιης πολιτείας να επιδεικνύει ίση μέριμνα και σεβασμό για όλους τους πολίτες και τις πάσης φύσεως δραστηριότητές τους. Μιας πολιτείας, δηλαδή, που δεν δικαιούται να δείχνει ιδιαίτερη προτίμηση σε συγκεκριμένους τρόπους ζωής ή συγκεκριμένες πεποιθήσεις (λ.χ. επιτρέποντας τις λατρευτικές εκδηλώσεις μιας θρησκείας και περιορίζοντας εκείνες μιας άλλης ή, αντιστοίχως, επιτρέποντας τις δημόσιες συναθροίσεις μιας συγκεκριμένης κατηγορίας πολιτών και απαγορεύοντας εκείνες μιας άλλης – βλ. εγγύτερα σχετ. Γ.Νικολού, ΕφαρμογέςΔΔ 2021, σ. 25, 26). Αυτό επιτάσσει, εν τέλει, ο σεβασμός στην αξία του ανθρώπου.
Εκεί, πάντως, όπου αναμφίβολα επικρατούν συνθήκες ίσης μέριμνας και ίσου σεβασμού είναι στο κρεβάτι του πόνου, όταν καταλήγει κανείς πλέον στο νοσοκομείο. Εκεί όπου όλοι είναι ίσοι ενώπιον της αρρώστιας και του πόνου, όπου, παραφράζοντας τη γνωστή ακολουθία, είναι άνευ σημασίας αν προηγουμένως ήσουν «βασιλεὺς ἢ στρατιώτης, ἢ πλούσιος ἢ πένης, ἢ δίκαιος ἢ ἁμαρτωλός».
[Δημοσιεύθηκε στο Βήμα της Πρωτοχρονιάς, 2.1.2022]