Αμέσως μετά την ορκωμοσία μου στη Νομική Αθηνών ανεχώρησα για το γερμανικό Πανεπιστήμιο του Tübingen, προκειμένου να συνεχίσω εκεί τις νομικές μου σπουδές σε μεταπτυχιακό πλέον επίπεδο. Από τους δασκάλους μου στην Αθήνα γνώριζα πολύ καλά ότι επρόκειτο για μία κορυφαία νομική σχολή, με μακρά παράδοση και σπουδαίους νομομαθείς.
Οι πρώτες μου εμπειρίες επί γερμανικού εδάφους δεν ήταν ιδιαίτερα θετικές, καθώς η Γερμανία αποτελεί μεν εν γένει μία χώρα που διαθέτει εξαιρετική οργάνωση, η ιδιότητα όμως αυτή συνοδεύεται από έναν υψηλό βαθμό γραφειοκρατίας. Έτσι, λοιπόν, έπρεπε πρώτα να διεκπεραιώσω μία σειρά γραφειοκρατικών υποχρεώσεων, ώστε να μπορέσω μετά να μπω στους κανονικούς ρυθμούς της σχολής. Η επαφή όμως με τους χώρους και τους ανθρώπους της σχολής με έκανε γρήγορα να ξεχάσω τα γραφειοκρατικά εμπόδια. Οι βιβλιοθήκες και τα αναγνωστήρια των γερμανικών πανεπιστημίων είναι κορυφαία διεθνώς. Τα πάντα βρίσκονται στη θέση τους, εκεί που τα θέλεις και τα χρειάζεσαι: βιβλία, ανθρώπινο δυναμικό, φωτοτυπικά, ηλεκτρονικοί υπολογιστές κλπ. Οι εγκαταστάσεις δε της συγκεκριμένης σχολής του Tübingen είναι ακριβώς έτσι: το κεντρικό κτήριο της σχολής είναι επιβλητικό και βρίσκεται σε άριστη κατάσταση, σε κάθε όροφο του νομικού σπουδαστηρίου υπάρχουν δέκα περίπου ηλεκτρονικοί υπολογιστές, δύο με τρία φωτοτυπικά, και σε μόνιμη επαγρύπνηση το προσωπικό των βιβλιοθηκών· τα πάντα δε είναι καθαρά, ενώ το σπουδαστήριο είναι ανοιχτό και τα σαββατοκύριακα.
Στο σπουδαστήριο όμως της Νομικής Σχολής του Tübingen συνέβαινε κάτι ακόμη πιο σημαντικό: υπήρχε μία ζώσα πανεπιστημιακή κοινότητα σε πλήρη οργασμό. Εκεί συναντούσα τους συμφοιτητές μου και μιλούσα μαζί τους για ζητήματα που με απασχολούσαν. Εκεί συναντούσα όμως και τους καθηγητές της σχολής· πραγματικά είναι εκπληκτικό το συναίσθημα που νιώθεις, όταν βλέπεις ότι κάνεις έρευνα μαζί με τόσο σημαντικούς ακαδημαϊκούς δασκάλους, διαπιστώνοντας ότι ο φυσικός χώρος ύπαρξής τους είναι το Πανεπιστήμιο και ότι εκεί θα τους βρεις αν θελήσεις να τους ρωτήσεις κάτι. Σε αυτές τις τυχαίες συναντήσεις στους διαδρόμους του σπουδαστηρίου οφείλω συζητήσεις που ακόμη και τώρα δεν μπορώ να λησμονήσω.
Η πανεπιστημιακή ζωή είχε φυσικά και τη συνέχειά της. Στο εστιατόριο του Πανεπιστημίου, την περίφημη Mensa, όλοι οι φοιτητές, αλλά και πολλοί καθηγητές, προσέρχονταν για να φάνε εξαιρετικής ποιότητας φαγητό, σε έναν πολύ καθαρό και προσεγμένο χώρο και με χαμηλότατες τιμές (το 2001 το γεύμα κόστιζε λιγότερο από 2 ευρώ!). Και εκεί πάλι έβλεπες φίλους και γνωστούς, είχες τη δυνατότητα να μοιραστείς μαζί τους τις σκέψεις σου, να γελάσεις, να γίνεις εν ολίγοις μέλος μιας πολύ όμορφης και δεμένης πανεπιστημιακής κοινότητας, με υψηλό αίσθημα αξιοπρέπειας.
Και στο τελευταίο θα ήθελα να επιμείνω: στη σχολή αυτή είχες ανά πάσα στιγμή την αίσθηση ότι σε σέβονταν πλήρως ως προσωπικότητα, ως επιστήμονα· και αυτό σε έκανε να ανταποδίδεις κι εσύ με τη σειρά σου τον σεβασμό αυτό, σεβόμενος τους χώρους και τους ανθρώπους του Πανεπιστημίου. Κι ο σεβασμός αυτός σήμαινε ότι δεν πλήγωνες, δεν κακοποιούσες, δεν ασχήμαινες το καθημερινό αυτό περιβάλλον εργασίας σου καθ’ οιονδήποτε τρόπο.
Όσον αφορά τώρα στη διδασκαλία, και εκεί μεταδιδόταν ένα αίσθημα αξιοπρέπειας και σεβασμού. Οι διδάσκοντες χρησιμοποιούσαν όλες τις νέες τεχνολογίες που είχαν στη διάθεσή τους, ενώ σχεδόν πάντοτε μοίραζαν σημειώσεις στους φοιτητές. Εξαιρετικής πρακτικής σημασίας ήταν και η κατανομή των φοιτητών – τουλάχιστον στα φροντιστήρια – σε μικρά κλιμάκια που δεν υπερέβαιναν τους 20-25 φοιτητές και στα οποία δίδασκαν νεαροί υποψήφιοι διδάκτορες ή υφηγητές.
Μετά την εμπειρία μου στον γερμανικό χώρο και την εκπόνηση εκεί της διδακτορικής μου διατριβής, είχα την τύχη να συνεχίσω τις μεταπτυχιακές μου σπουδές στην Αγγλία, στο Institute of Advanced Legal Studies του Πανεπιστημίου του Λονδίνου. Εκεί ήρθα σε επαφή με έναν άλλον πανεπιστημιακό κόσμο, με τα θετικά και τα αρνητικά του. Κατ’ αρχάς, η οργάνωση των άγγλων είναι σαφώς υποδεέστερη εκείνης των γερμανών· αυτό φαίνεται ιδίως στις βιβλιοθήκες τους. Ωστόσο, και εκεί είναι παρούσα η αίσθηση της πανεπιστημιακής κοινότητας. Κατά δεύτερο λόγο, αυτό που αναμφίβολα εντυπωσιάζει είναι η νοοτροπία των άγγλων πανεπιστημιακών να βρίσκονται πολύ κοντά στον φοιτητή, δείχνοντάς του έμπρακτο ενδιαφέρον. Και ας μού επιτραπεί εδώ μία προσωπική εξομολόγηση: την πρώτη φορά που συνάντησα έναν κορυφαίο άγγλο καθηγητή νομικής και ως απλός «μεταδιδακτορικός» τον προσφώνησα «κε. Καθηγητά», αυτός αμέσως με διέκοψε· με πολύ σοβαρό ύφος μου είπε ότι, αν συνεχίσω να τον αποκαλώ έτσι, η επαφή μας δεν θα πάει και πολύ καλά και ότι θα προτιμούσε να τον φωνάζω με το μικρό του, έτσι ώστε να δοθεί και στον ίδιο το δικαίωμα να με αποκαλεί με το μικρό μου, προσέθεσε δε ότι σε πολλά αμερικανικά πανεπιστήμια κάτι τέτοιο είναι αυτονόητο! Όπως αντιλαμβάνεστε, τα έχασα… Τελικά «συμβιβαστήκαμε» προσωρινά με τα επίθετά μας. Και αυτή η «προσωρινή» λύση μάς ακολουθεί μέχρι και σήμερα και έτσι για εκείνον παραμένω ο «κ. Καραμπατζός». Αυτή η αίσθηση ισοτιμίας, που ήθελε με την πράξη του αυτή να μού τονίσει ο άγγλος καθηγητής, αποτελεί θεμέλιο λίθο για τη διαμόρφωση μιας ειλικρινούς και αποδοτικής σχέσης συνεργασίας μεταξύ ενός φοιτητή και ενός καθηγητή. Αργότερα δε έμαθα ότι οι αμερικανοί καθηγητές είναι πεπεισμένοι ότι με τον τρόπο αυτό οι φοιτητές εκφράζονται περισσότερο ελεύθερα και έτσι παίρνουν το θάρρος να αμφισβητήσουν επιστημονικές απόψεις ή θεωρίες των καθηγητών τους, πράγμα που οι τελευταίοι εναγωνίως το επιζητούν, διότι προφανώς επωφελούνται άμεσα από αυτό.
Στο σημείο όμως αυτό η δική μου περιήγηση σε Πανεπιστήμια της αλλοδαπής πρέπει να κλείσει. Από τα παραπάνω ωστόσο θα πρέπει να εξαχθούν κάποια συμπεράσματα για την κατάσταση στο δικό μας Πανεπιστήμιο και ιδίως στο Τμήμα Νομικής, που μπορεί και πρέπει να βελτιωθεί σε αρκετά σημεία. Εν πάση συντομία τα κρισιμότερα συμπεράσματα που προκύπτουν μπορούν να κωδικοποιηθούν εδώ ως εξής:
Πρέπει να δημιουργηθεί σταδιακά και σε εμάς η αίσθηση ότι διδασκόμενοι και διδάσκοντες ανήκουν αμφότεροι σε μία κοινότητα, αντιμετωπίζοντας κοινά προβλήματα, κοινές ανησυχίες και αγωνίες. Αναγκαίος όρος για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο είναι πρωτίστως η δημιουργία ενός ενιαίου χώρου σπουδαστηρίων και βιβλιοθήκης για όλους τους Τομείς του Τμήματος Νομικής, ενός χώρου που θα μετατραπεί σε σημείο συνάντησης των φοιτητών, των διδασκόντων και των λοιπών μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας, όπου ιδίως οι φοιτητές δεν θα διστάζουν να έρχονται σε επαφή με τους διδάσκοντες και να μοιράζονται μαζί τους τις ανησυχίες ή απορίες τους.
Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να εκσυγχρονίσουμε και τις ηλεκτρονικές υπηρεσίες που προσφέρουμε στους φοιτητές, βελτιώνοντας πρωτίστως την ιστοσελίδα του Τμήματος και ενεργοποιώντας τις προσωπικές ιστοσελίδες των διδασκόντων. Κάθε φοιτητής πρέπει να ξέρει πού μπορεί να βρει κάθε αναγκαία πληροφορία σχετικά με τις σπουδές του, τα μαθήματα που παρακολουθεί, το έργο και τα συγγράμματα των διδασκόντων κοκ. Και στη Γερμανία και στην Αγγλία οι ιστοσελίδες της σχολής και των καθηγητών παρέχουν πλήρη σχετική ενημέρωση, και αυτό βοηθεί πολύ το έργο του φοιτητή. Το ίδιο ισχύει και για τη χρήση της τεχνολογίας κατά τη διδασκαλία, όπως επίσης και για την κατανομή των φοιτητών σε περισσότερα μικρά κλιμάκια, όπου δίδεται η δυνατότητα στον διδάσκοντα να αποκτήσει μία πιο προσωπική επαφή με τον φοιτητή.
Ο σεβασμός στους χώρους του Πανεπιστημίου δεν επιβάλλεται, αλλά κερδίζεται. Κερδίζεται με το ενεργό ενδιαφέρον για τους φοιτητές και τα προβλήματά τους. Και στη συνέχεια γίνεται αμφίδρομος: οι φοιτητές εκτιμούν αυτό τον σεβασμό και ανταποδίδουν. Αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε.
Και κάτι που δεν αναφέρθηκε προηγουμένως: τα μαθήματα του Τμήματός μας που απαιτούνται για τη λήψη του πτυχίου είναι πολλά, σε σύγκριση τόσο με τις γερμανικές όσο και με τις βρετανικές νομικές σχολές. Γι’ αυτό και θα πρέπει να μειωθούν, έτσι ώστε οι φοιτητές να μπορέσουν να εμβαθύνουν περισσότερο στα βασικά μαθήματα, καθώς επίσης και να ασχοληθούν περισσότερο με την έρευνα και ιδίως να εξοικειωθούν με τον χώρο των αναγνωστηρίων, όπου και συντελείται η πραγματική διαδικασία της εκπαίδευσης.
Όλα τα παραπάνω είναι, κατά τη γνώμη μου, μόνον μερικά από τα μέτρα που θα μπορούσε να λάβει το Τμήμα μου, προκειμένου να εκσυγχρονισθεί και να μπορέσει να παρακολουθήσει τις ευρωπαϊκές τουλάχιστον εξελίξεις. Η κατάσταση δεν εμπνέει απαισιοδοξία. Και η θέληση υπάρχει και το κατάλληλο ανθρώπινο δυναμικό, τόσο σε επίπεδο μελών ΔΕΠ όσο και σε διοικητικό προσωπικό. Άλλωστε, ο ίδιος ο γράφων είναι ένας από τους πολλούς ευεργετηθέντες απόφοιτους της Νομικής Αθηνών, καθότι είχε την αγαθή τύχη να συναντήσει κατά τη φοίτησή του στη σχολή αυτή εξαίρετους δασκάλους, με κορυφαίες σπουδές στο εξωτερικό και υψηλότατο επιστημονικό έργο, που του άνοιξαν τις πόρτες για τα καλλίτερα πανεπιστήμια της αλλοδαπής, όπως επίσης και διοικητικούς υπαλλήλους που τον βοήθησαν πολύ τόσο στην έρευνα όσο και στα διάφορα διαδικαστικά ζητήματα που ανέκυψαν στην πορεία των σπουδών του. Αυτή η ωραία παράδοση πρέπει να συνεχισθεί· αν συνδυασθεί δε με τα προαναφερθέντα βήματα εκσυγχρονισμού, μπορεί να φέρει το Τμήμα μας πολύ ψηλά στις αξιολογήσεις που έρχονται.
*Δημοσιεύθηκε στο Καποδιστριακό της 15.10.2009, σ. 12.