Η αποδαιμονοποίηση του φιλελευθερισμού, οι ανισότητες και η κοινωνία
Το βιβλίο του συναδέλφου Αριστείδη Χατζή «Φιλελευθερισμός» έρχεται σε μία εποχή όπου τα φιλελεύθερα ιδεώδη αμφισβητούνται διεθνώς, συχνά όμως από άγνοια για το πραγματικό περιεχόμενό τους. Κι η χώρα μας δεν αποτελεί φυσικά εξαίρεση. Έτσι, το βιβλίο αυτό αποτελεί μία εξαιρετικά χρήσιμη συμβολή στον σύγχρονο δημόσιο διάλογο. Είναι μία σύντομη, αλλά πυκνή και εύληπτη εισαγωγή στον φιλελευθερισμό, γραμμένη από έναν συγγραφέα που γνωρίζει καλά ιστορία των θεσμών και οικονομικά, που ξέρει να ξεχωρίζει το ουσιώδες από το επουσιώδες – αρετή απολύτως κρίσιμη σ’ ένα τέτοιο θέμα όπως ο φιλελευθερισμός, όπου οι ορισμοί και οι επιμέρους αποχρώσεις ποικίλλουν.
Ο σύγχρονος φιλελευθερισμός –όπως τουλάχιστον τον προσλαμβάνει ο σ.– βασίζεται σε δύο πυλώνες, που αποτελούν και τα δύο κύρια μέρη του βιβλίου: στον πολιτικό και τον οικονομικό φιλελευθερισμό. Ο ένας πυλώνας όμως προϋποθέτει αλλά και τροφοδοτεί συγχρόνως τον άλλον: η πολιτική ελευθερία, οι θεσμοί και το κράτος δικαίου επιτρέπουν στην οικονομική ελευθερία να ανθήσει, αλλά και η τελευταία ενισχύει με τη σειρά της την πολιτική ελευθερία· οι δύο πυλώνες είναι αλληλένδετοι και αποδίδουν τα μέγιστα συνδυαστικά. Και πράγματι, οι χώρες που εμφανίζουν σήμερα τα μεγαλύτερα επίπεδα ευημερίας είναι εκείνες που εξασφαλίζουν στους πολίτες τους τη μεγαλύτερη πολιτική, κοινωνική και οικονομική ελευθερία.
Από τη μία πλευρά, ο πολιτικός φιλελευθερισμός διακρίνεται από την προτεραιότητα που δίνει στην ελευθερία και την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων. Αυτό σημαίνει μεταξύ άλλων, με τα λόγια του σ., ότι «ακόμη και οι αποφάσεις της πλειοψηφίας σε μία δημοκρατία [σσ. δημοκρατική αρχή] πρέπει να περιορίζονται από τη φιλελεύθερη αρχή του κράτους δικαίου, η οποία επιτάσσει την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων».
Στο πλαίσιο αυτό ο σ. θα εξάρει, περαιτέρω, τη σημασία της αρχής της βλάβης του J.S. Mill, σύμφωνα με την οποία οι κρατικές επεμβάσεις στην ελευθερία του κάθε ατόμου είναι δικαιολογημένες μόνον όταν μ’ αυτές εμποδίζεται η βλάβη τρίτων προσώπων· κατά τα λοιπά, το κράτος οφείλει κατ’ αρχήν να απέχει από επεμβάσεις.
Οι σύγχρονες δυτικές κοινωνίες αφορμώνται πράγματι από τη βασική φιλελεύθερη παραδοχή ότι, στο μέτρο που ένα άτομο δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων, είναι κατ’ αρχήν ελεύθερο να επιδιώκει την πραγμάτωση της δικής του, προσωπικής αντίληψης για το ατομικό του καλό, δηλαδή για αυτό που θεωρεί το ίδιο ότι δίνει αξία στη ζωή του. Η ελευθερία επιλογών, η ελευθερία αυτογραφής του βιβλίου της ζωής μας, το ότι δηλαδή είμαστε εμείς οι ίδιοι συγγραφείς του βιβλίου της ζωής μας, είναι αξίες ύψιστης σημασίας σε μία φιλελεύθερη κοινωνία· και η κρίσιμη αυτή παράμετρος αναδεικνύεται με ενάργεια από τον σ.
Ωστόσο, δεν μπορεί να παραγνωρισθεί εδώ ότι κανένα άτομο δεν είναι απολύτως ελεύθερο. Υπάρχει πλήθος φυσικών, κοινωνικών και θεσμικών περιορισμών, που δεν επιτρέπουν σε όλους μας να ενασκήσουμε με τον ίδιο τρόπο τις παραπάνω ελευθερίες. Και προφανώς οι ανισότητες αφετηρίας παράγουν συχνά ανισότητες στη γραμμή του τερματισμού. Μία σύγχρονη δίκαιη και ανοιχτή κοινωνία, όμως, πρέπει πρωτίστως να εξασφαλίζει κοινωνική αλληλεγγύη και κινητικότητα, και ιδίως ισότητα ευκαιριών· γι’ αυτό και πρέπει να βοηθεί, όσο αυτό είναι εφικτό, στη γραμμή αφετηρίας του στίβου της ζωής.
Αναφορικά, τώρα, με το δεύτερο μέρος του βιβλίου, που αφορά στον οικονομικό φιλελευθερισμό, ο σ. είναι εξίσου σαφής: η ελεύθερη οικονομία συνιστά εκείνον τον τρόπο οικονομικής οργάνωσης που οδηγεί σε μία αποτελεσματική κατανομή των πόρων και έτσι στη μεγιστοποίηση της ατομικής και κοινωνικής ευημερίας. Ο σ. ορθώς θα υπογραμμίσει εδώ τη συμβολή της ελεύθερης οικονομίας στους αλματώδεις ρυθμούς ανάπτυξης που έζησε ο δυτικός κόσμος μεταπολεμικά, καθώς επίσης και στον σημαντικό (όχι όμως καθησυχαστικό) περιορισμό της ακραίας φτώχειας σε παγκόσμια κλίμακα. Δεν θα παραβλέψει όμως συγχρόνως και τα προβλήματα που εμφανίζει στην πράξη το πρότυπο της ελεύθερης οικονομίας, όπως είναι κυρίως οι κοινωνικο-οικονομικές ανισότητες ή η διαπλοκή της οικονομικής με την πολιτική εξουσία.
Γενικότερα, άλλωστε, ο σ. παραδέχεται ότι μία φιλελεύθερη κοινωνία δεν είναι κάποιος παράδεισος επί γης· έχει ασφαλώς πολλά προβλήματα. Ωστόσο, δεν παύει να αποτελεί κατ’ αρχήν μία κοινωνία ελευθερίας, προόδου και ευημερίας. Παριστά ίσως αυτήν την κοινωνία που περιγράφεται στο ωραίο απόσπασμα, που παραθέτει ο σ. στο τέλος του βιβλίου, από την ομιλία του J.F.Kennedy, το 1963, στο Βερολίνο: «Η ελευθερία έχει πολλές δυσκολίες και η δημοκρατία δεν είναι τέλεια. Αλλά δεν χρειάστηκε ποτέ να χτίσουμε ένα τείχος για να κρατήσουμε μέσα τον λαό μας, να τον εμποδίσουμε να μας εγκαταλείψει».
Όπως όμως τη δεκαετία του ‘60, έτσι και τώρα, φαίνεται ότι οι φιλελεύθερες δυτικές αξίες βρίσκονται σε υποχώρηση. Και το ερώτημα είναι μάλλον εύλογο: ύστερα από κάποιες δεκαετίες ποια αντίληψη άραγε θα έχει επικρατήσει, η φιλελεύθερη ή εκείνη η λαϊκίστικη που σχετικοποιεί –ή και ευτελίζει πλήρως– τις αξίες της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου; Το κρίσιμο αυτό ερώτημα διατρέχει ουσιαστικά ολόκληρη τη γοητευτική συνηγορία υπέρ του φιλελευθερισμού που υφαίνει ο σ., ο οποίος ωστόσο είναι αισιόδοξος: οι αξίες του φιλελεύθερου δυτικού κόσμου μαζί με το εμπόριο και την τεχνολογική πρόοδο τελικά θα επικρατήσουν, μολονότι η μάχη θα είναι δύσκολη. Η συνέχεια, βεβαίως, επί της πραγματικότητας.
*Δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή της 9.4.2017, σ. 9 («Τέχνες & Γράμματα»).